Page 14 - 69013-skyla

Basic HTML Version

18
Η Χλόη ακολούθησε το βλέμμα μου στο διαμέρισμα και άθελά
της γέλασε δυνατά. Με τον ίδιο ακριβώς τρόπο που γελούσε όταν
ετοιμαζόταν να με πειράξει.
«Τι περιμένατε, κύριε Ράιαν;»
Σήκωσα τους ώμους, δεν ήθελα να την προσβάλω, αλλά ένιω-
θα πραγματική περιέργεια γι’ αυτή την αναντιστοιχία. «Απλώς περί-
μενα ότι το διαμέρισμα θα ταίριαζε περισσότερο στην προσωπικότη-
τά σου.»
«Τι, δεν σου αρέσουν οι κουκουβάγιες μου;» ρώτησε χαμογε-
λώντας.
«Μ’ αρέσουν, ναι, απλώς...» άρχισα, περνώντας νευρικά το χέ-
ρι μου μέσα από τα μαλλιά μου.
«Κι αυτοί οι καναπέδες;» διέκοψε. «Δεν νομίζεις ότι θα μπο-
ρούσαμε να περάσουμε υπέροχα επάνω τους;»
«Μωρό μου, θα μπορούσαμε να περάσουμε υπέροχα πάνω σε
οποιαδήποτε επιφάνεια εδώ μέσα, λέω απλώς ότι περίμενα πως το
διαμέρισμά σου θα ήταν λιγότερο…»
Γαμώτο. Γιατί συνέχιζα να μιλάω; Την κοίταξα. Είχε φέρει το
χέρι της στο στόμα της και γελούσε σιωπηλά.
«Ηρέμησε», είπε. «Το διαμέρισμα ήταν της μαμάς μου. Μου α-
ρέσει, αλλά έχεις δίκιο. Τίποτε απ’ όλα αυτά δεν είναι δικό μου. Όσο
σπούδαζα, δεν είχε νόημα να το πουλήσω ή ν’ αγοράσω καινούρια
πράγματα.»
Έριξα άλλο ένα βλέμμα γεμάτο περιέργεια γύρω μου. «Μπο-
ρούσες ν’ αγοράσεις κιλοτάκια των εκατό δολαρίων, αλλά δεν ήθε-
λες καινούριο καναπέ;»
«Μη γίνεσαι σνομπ. Δεν χρειαζόμουν καινούριο καναπέ. Και
πολύ συχνά χρειαζόμουν καινούρια κιλοτάκια», είπε χαμηλόφωνα
και με νόημα.
«Ναι, διάβολε, αυτό είναι αλήθεια.»